Μετά την εγκατάλειψη της Νικόπολης και τη βαθμιαία συσσώρευση ερειπίων, ο αρχαιολογικός χώρος μετατράπηκε σε μια οιονεί απέραντη δεξαμενή προσπορισμού οικοδομικού υλικού. Κιονόκρανα, επιστύλια, φατνώματα, οπτόπλινθοι του ρωμαϊκού τείχους κ.ά. εντοπίζονται σε μνημεία της Άρτας και των περιχώρων της εποχής του Δεσποτάτου της Ηπείρου, ενώ η διαρπαγή υλικού συνεχίστηκε και κατά τις περιόδους της Ενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας, αλλά και στους νεότερους χρόνους.
Όταν το Βυζάντιο ψυχορραγούσε, στη δυτική Ευρώπη με επίκεντρο τη Φλωρεντία, αναδυόταν το ρεύμα της Αναγέννησης, στο οποίο κυριαρχούσε η νοσταλγία της κλασικής αρχαιότητας και το ενδιαφέρον των ουμανιστών να επισκεφθούν την Ελλάδα.
Με την επίσκεψη του Κυριακού ντε Πιτσικόλι από την Αγκώνα (Ciriaco de’ Pizzicolli) στη Νικόπολη το 1435 και το 1436, εγκαινιάζεται η αρχαιογνωστική έρευνα της αρχαίας πόλης. Ο Ciriaco de’ Pizzicolli, πρόδρομος του περιηγητισμού, με ορμητήριο την Άρτα πραγματοποίησε εκδρομές στη Νικόπολη την οποία χαρακτηρίζει “μεγάλη πόλη της Ηπείρου” και ταυτίζει με την Δωδώνη.
Στα τέλη του 18ου αιώνα και τις πρώτες δεκαετίες του 19ου, ο αριθμός περιηγητών στην Ήπειρο αυξήθηκε σε εντυπωσιακό βαθμό. Όπως σημειώνει ένας από αυτούς που διέμεινε για αρκετό διάστημα στην Ήπειρο, ο Γάλλος Πρόξενος στην αυλή του Αλή Πασά, François Pouqueville (1770-1838), “όλοι οι περιηγητές που αποβιβάστηκαν στις ακτές της Ηπείρου επισκέφθηκαν, σχεδίασαν και περιέγραψαν τη Νικόπολη”. Τα ονόματα ορισμένων από τους περιηγητές βρίσκονται μέχρι σήμερα χαραγμένα στις πλίνθους του Θεάτρου της Νικόπολης.
Σταθμό αποτελεί η επίσκεψη του Άγγλου συνταγματάρχη William Martin Leake το 1809, ο οποίος το 1835 στο έργο του Travels in Northern Greece σημειώνει ότι ο ερειπιώνας ονομαζόταν από τους ντόπιους Παλαιοπρέβεζα και τα παλαιοχριστιανικά τείχη, Παλαιόκαστρο. Αυτός προσδιόρισε με βάση τα αποσπάσματα του γεωγράφου Στράβωνα, τη θέση του στρατηγείου του Αυγούστου, τη θέση του Γυμνασίου και του λιμανιού στο Βαθύ. Επεσήμανε επίσης ότι το Θέατρο είναι ένα από τα καλύτερα διατηρούμενα ρωμαϊκά θέατρα και σχολίασε τον τρόπο δόμησής του, δηλαδή την οπτοπλινθοδομή σε σχέση με τον ελληνικό τρόπο δόμησης, τον οποίο θεωρούσε ανώτερο. Επίσης, αναφέρει ότι εντόπισε θραύσματα αγαλμάτων από τη διακόσμηση της πρόσοψης της σκηνής, στα οποία διατηρούνται γράμματα από τα ονόματα της Αφροδίτης και της Αθηνάς (ΑΦΡΩ, -ΘΗΝΑΙ).
Το 1813 επισκέφθηκε τη Νικόπολη ο θεολόγος Thomas Smart Hughes, ο πρώτος που αναγνώρισε τις υποδομές για τη στήριξη του συστήματος σκίασης του θεάτρου. Ταύτισε, επίσης λανθασμένα τρεις ασβεστοκαμίνους που υπήρχαν στο κοίλο ως δεξαμενές νερού.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1820, επισκέφθηκε την Νικόπολη ο Άγγλος αρχιτέκτων Thomas Leverton Donaldson, που εκπόνησε το πρώτο τοπογραφικό σχέδιο της πόλης καθώς και κατόψεις σημαντικών μνημείων, όπως του Θεάτρου και του Ωδείου. Αυτά παραχώρησε αργότερα στον Leake που τα συμπεριέλαβε στο βιβλίο του. Το σχέδιο του Donaldson για το Θέατρο διακρίνεται για την αξιόπιστη απόδοση της κάτοψης των ερειπίων, μολονότι δεν είχε προηγηθεί ανασκαφική έρευνα.

